Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο

Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής
/ Υπερκινητικότητα (ΔΕΠΥ)

Τι είναι η ΔΕΠΥ;

Η ΔΕΠΥ είναι μια πάθηση που χαρακτηρίζεται από έλλειψη προσοχής, υπερκινητικότητα και παρορμητικότητα. Παρόλο που η ΔΕΠΥ εμφανίζεται και συνήθως διαγιγνώσκεται στην παιδική ηλικία, δεν είναι μια διαταραχή που περιορίζεται στα παιδιά – η ΔΕΠΥ συχνά εξακολουθεί να υπάρχει στην εφηβεία και την ενηλικίωση και κάποιες φορές η διάγνωσή της γίνεται αργότερα. Η αναγνώριση ατόμων με ΔΕΠΥ και η κατάλληλη διαχείριση της εκπαιδευτικής, προσωπικής και κοινωνικής ανάπτυξής τους βελτιώνει τις πιθανότητες επιτυχούς έκβασης. Η αποτελεσματική παρέμβαση μπορεί να βελτιώσει την αυτοεκτίμηση, την απόδοση, τις επαγγελματικές δεξιότητες και τα ακαδημαϊκά επιτεύγματα.

Πόσο συχνή είναι η ΔΕΠΥ;

Ως η πιο συχνά διαγνωσμένη διαταραχή συμπεριφοράς στους νέους, η ΔΕΠΥ επηρεάζει περίπου το 9% των παιδιών ηλικίας 3-17 και 2-4% των ενηλίκων, σύμφωνα με την Εθνική Μελέτη Υγείας του Παιδιού (2010) του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC).

Ενδείξεις και συμπτώματα

Στην πραγματικότητα υποστηρίζεται ότι υπάρχουν τρεις διαφορετικοί τύποι ΔΕΠΥ, ο καθένας με διαφορετικά συμπτώματα: απρόσεκτος , υπερκινητικός/παρορμητικός και συνδυαστικός τύπος.

Όσοι ζουν με τον απρόσεκτο τύπο συχνά:
  • Αποτυγχάνουν να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στις λεπτομέρειες ή κάνουν απρόσεκτα λάθη σε σχολικές ασκήσεις, στην εργασία ή σε άλλες δραστηριότητες
  • Δυσκολεύονται να δώσουν προσοχή σε αρμοδιότητες ή δραστηριότητες αναψυχής
  • Δεν φαίνεται να ακούν όταν τους μιλούν
  • Δεν ακολουθούν οδηγίες και δεν ολοκληρώνουν σχολικές εργασίες, δουλειές ή επαγγελματικές υποχρεώσεις
  • Έχουν δυσκολίες στην οργάνωση εργασιών και δραστηριοτήτων
  • Αποφεύγουν, δεν τους αρέσει ή δεν επιθυμούν να αναλάβουν εργασίες που απαιτούν συνεχή πνευματική/νοητική προσπάθεια
  • Χάνουν απαραίτητα αντικείμενα για εργασίες ή δραστηριότητες
  • Αποσπώνται εύκολα από εξωτερικά ερεθίσματα
  • Μοιάζουν αφηρημένοι στις καθημερινές δραστηριότητες
Όσοι ζουν με τον υπερκινητικό / παρορμητικό τύπο συχνά:
  • Κινούν νευρικά τα χέρια ή τα πόδια τους ή σφίγγουν το κάθισμά τους
  • Αφήνουν τη θέση τους σε καταστάσεις στις οποίες αναμένεται να παραμείνουν καθισμένοι
  • Μετακινούνται υπερβολικά ή αισθάνονται ανήσυχοι κατά τη διάρκεια καταστάσεων στις οποίες μια τέτοια συμπεριφορά μοιάζει ακατάλληλη
  • Δυσκολεύονται να ασχοληθούν ήσυχα με δραστηριότητες αναψυχής
  • Κινούνται συνεχώς ή ενεργούν σαν να «λειτουργούν με κινητήρα»
  • Μιλούν υπερβολικά
  • «Ξεφουρνίζουν» απαντήσεις προτού ολοκληρωθούν οι ερωτήσεις
  • Δυσκολεύονται να περιμένουν τη σειρά τους
  • Διακόπτουν άλλους ή παρεμβαίνουν

Όσοι ζουν με τον συνδυαστικό τύπο, τον πιο συνηθισμένο τύπο ΔΕΠΥ, έχουν έναν συνδυασμό συμπτωμάτων διάσπασης προσοχής, υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας.

Χαρακτηριστικά ενηλίκων με ΔΕΠΥ

Οι ενήλικες που ζουν με την πάθηση, και ειδικά εκείνοι που δεν έχουν διαγνωστεί και δεν έχουν υποβληθεί σε θεραπεία, ενδέχεται να αντιμετωπίζουν ορισμένα προβλήματα, μερικά από τα οποία προέρχονται απευθείας από τη διαταραχή και άλλα που είναι αποτέλεσμα σχετιζόμενων προτύπων προσαρμογής.

Τα τρέχοντα συμπτώματα ενός ενήλικου με ΔΕΠΥ μπορεί να περιλαμβάνουν:
  • Διάσπαση της προσοχής
  • Αποδιοργάνωση
  • Αμνησία
  • Αναβλητικότητα
  • Χρόνια αργοπορία
  • Χρόνια πλήξη
  • Άγχος
  • Κατάθλιψη
  • Χαμηλή αυτοεκτίμηση
  • Εναλλαγές διάθεσης
  • Επαγγελματικά προβλήματα
  • Ανησυχία
  • Κατάχρηση ουσιών ή εθισμούς
  • Προβλήματα στις σχέσεις

Τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ μπορεί να είναι μεταβαλλόμενα και περιστασιακά ή σταθερά. Μερικά άτομα με ΔΕΠΥ μπορούν να συγκεντρωθούν εάν ενδιαφέρονται ή ενθουσιαστούν με κάτι, ενώ άλλα δυσκολεύονται να συγκεντρωθούν υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Μερικοί αναζητούν μανιωδώς ερεθίσματα, ενώ άλλοι τα αποφεύγουν. Μερικοί γίνονται αντιδραστικοί, εμφανίζουν κακή συμπεριφορά και αργότερα γίνονται αντικοινωνικοί. Άλλοι μπορεί να γίνουν ενθουσιώδεις και επιθυμούν να ευχαριστούν τους άλλους. Κάποιοι είναι κοινωνικοί και άλλοι απομακρύνονται.

Τα παιδιά με ΔΕΠΥ

Τα παιδιά με ΔΕΠΥ δυσκολεύονται να καθίσουν ακίνητα και να προσέξουν στην τάξη. Ακόμη και εκείνα με φυσιολογική ή υψηλότερη νοημοσύνη δυσκολεύονται στο σχολείο. Οι συμπεριφορές τους διαταράσσουν την τάξη και οδηγούν σε απόρριψη από άλλα παιδιά. Καθώς μεγαλώνουν, τα παιδιά με ΔΕΠΥ που δεν λαμβάνουν θεραπεία είναι πιο επιρρεπή σε κατάχρηση ουσιών, αντικοινωνική συμπεριφορά και τραυματισμούς κάθε είδους. Περισσότερα από τα μισά παιδιά που έχουν διαγνωστεί με ΔΕΠΥ συνεχίζουν να έχουν συμπτώματα κατά τη διάρκεια των εφηβικών τους χρόνων έως και την ενηλικίωση. Η σωστή διάγνωση της ΔΕΠΥ – εξετάζοντας τα συμπτώματά και τις δυσκολίες τους μέσα από το πρίσμα μιας νευροβιολογικής διαταραχής – μπορεί να βοηθήσει έναν ενήλικα να δει το πραγματικό μέγεθος των προβλημάτων που αντιμετωπίζει.

Διάγνωση

Είτε για ενήλικες ή για παιδιά, η διάγνωση της ΔΕΠΥ απαιτεί μια διεξοδική εξέταση και δεν μπορεί να γίνει με ένα μόνο τεστ. Οι διαγνωστικές αξιολογήσεις των ενηλίκων πρέπει να γίνονται από κλινικούς ιατρούς ή ομάδες κλινικών με εξειδίκευση στον τομέα της δυσλειτουργικής προσοχής και των σχετικών παθήσεων. Η αξιολόγηση είναι σχεδιασμένη για να φέρει στην επιφάνεια χρόνια πρότυπα συμπεριφοράς που υποδηλώνουν υποκείμενα προβλήματα προσοχής και παρόρμησης. Οι πηγές πληροφοριών για μια αξιολόγηση μπορεί να περιλαμβάνουν σωματική εξέταση, λεπτομερή ιατρικά και οικογενειακά ιστορικά, συνεντεύξεις με ανθρώπους εξοικειωμένους με τη συμπεριφορά του ατόμου, προσωπική παρατήρηση και μια ποικιλία ψυχολογικών τεστ.

Κατά τη διάγνωση παιδιών, ένας εξουσιοδοτημένος επαγγελματίας υγείας συγκεντρώνει πληροφορίες σχετικά με την ακαδημαϊκή, κοινωνική και συναισθηματική λειτουργία του παιδιού. Αυτός ή αυτή θα πρέπει επίσης να αποκλείσει φυσικούς παράγοντες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν συμπτώματα παρόμοια με αυτά της ΔΕΠΥ

Θεραπεία

Το κλειδί για τη θεραπεία της ΔΕΠΥ είναι ο συνδυασμός διάφορων μεθόδων, όπως για παράδειγμα ιατρικά, εκπαιδευτικά, συμπεριφορικά και ψυχολογικά εργαλεία. Η κατάλληλη θεραπεία ορίζεται με βάσει τη σοβαρότητα της διαταραχής του ατόμου, τον τύπο και τον αριθμό των σχετιζόμενων προβλημάτων.

Η φαρμακευτική αγωγή σε συνδυασμό με την εκπαίδευση και τη συμβουλευτική μπορεί να θέσει τη βάση από την οποία οι ενήλικες μπορούν να επιτύχουν νέους στόχους. Ο στόχος της φαρμακευτικής αγωγής είναι να βοηθήσει τον ενήλικα να βοηθήσει ο ίδιος τον εαυτό του. Παρέχει την απαραίτητη βιολογική υποστήριξη για τον αυτοέλεγχο. Ωστόσο, η φαρμακευτική αγωγή δεν «ελέγχει» το άτομο: οι προσπάθειες επιτυχίας είναι μόνο δικές του. Κατά τη θεραπεία της ΔΕΠΥ, οι γιατροί συνήθως ξεκινούν με τη χορήγηση διεγερτικών φαρμάκων. Τα μη-διεγερτικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται περιλαμβάνουν αντικαταθλιπτικά και ατομοξετίνη και αποτελούν τα πρώτα μη-διεγερτικά φάρμακα που εγκρίθηκαν από την FDA για τη θεραπεία της ΔΕΠΥ.

Η εκπαίδευση και η συμβουλευτική επικεντρώνονται στην κατανόηση της ΔΕΠΥ, στην ψυχοθεραπεία και συμπεριφορική θεραπεία, καθώς και στην πρακτική υποστήριξη: εξάσκηση οργανωσιακών δεξιοτήτων, αλλά και επαγγελματική/εκπαιδευτική υποστήριξη.

Συνοδές Διαταραχές

Αρκετά συμπτώματα της ΔΕΠΥ , μπορεί να είναι παρόμοια με συμπτώματα άλλων διαταραχών και μπορεί να συνυπάρχουν με τη Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής. Αυτά τα συμπτώματα περιλαμβάνουν: άγχος, κατάθλιψη, ιδεοψυχαναγκαστικές συμπεριφορές και κάποιες συγκεκριμένες μαθησιακές δυσκολίες. Πραγματοποιώντας μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση, ένας κλινικός γιατρός ή ένας επαγγελματίας ψυχικής υγείας, εξοικειωμένος με τη ΔΕΠΥ και άλλες ψυχικές διαταραχές, θα μπορέσει να διαγνώσει τόσο τη ΔΕΠΥ όσο και τις άλλες σχετιζόμενες νόσους.